Skip to content Skip to footer

Κυριακάτικο Καφεδάκι Με Τον Συγγραφέα Φ. Θαλασσινό

Αντί Δ.Τ. για την διαδικτυακή εκδήλωση παρουσίαση των Proud Seniors Greece (Ομάδα Υποστήριξης ΛΟΑΤΚΙ ηλικίας 50+) και της Πολύχρωμης Λέσχης Βιβλίου, πάνω στο βιβλίο Του Φώτιου Θαλασσινού Περιπλανώμενος, Ο Μονόλογος Ενός Συγγραφέα.

Ακολουθούν οι σκέψεις του συγγραφέα, καθώς αποτυπώθηκαν κατά την διάρκεια της εκδήλωσης μας.

 

ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΕΝΟΣ ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟΥ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΟΥ

 

Η εκδήλωση θα είναι διαδραστική και ο λόγος μου θα επικεντρωθεί σε ζητήματα που μας αφορούν όλους και που θίγονται στο βιβλίο μου. Θα μιλήσουμε για το φάσμα ορατότητας του διπόλου ετεροφυλόφιλος άνδρας-ετεροφυλόφιλη γυναίκα σε αντιδιαστολή με το φάσμα αορατότητας των ΛΟΑΤΚΙ υποκειμένων και άλλων αποκλεισμένων. Θα αναφερθώ στους πραγματικούς ανθρώπους που ψυχογραφώ σ’ αυτή την βιογραφική αλητογραφία μου και που τους έχουν αποψιλώσει το δικαίωμα τους να έχουν δικαιώματα.

Σε μια παράγραφο στο βιβλίο αναφέρομαι στον τρόπο που αντιμετωπίζουν οι γονείς, ο αδερφός και η μητέρα μου, ο πατέρας μου δεν είναι εν ζωή, τις δυσκολίες μου, την αποχή τους από οποιαδήποτε μορφή στήριξης πάνω στα βασικά μου προβλήματα, την κατάθλιψη μου και την απομόνωση μου λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού. Η μόνιμη επωδός της μητέρας μου εδώ και 25 χρόνια, απ’ όταν διαγνώστηκα με χρόνια κατάθλιψη, είναι πως είναι μια αμόρφωτη γυναίκα που μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια. Έρχεται στην ζωή των ανθρώπων το κάλεσμα για αφύπνιση και ‘κείνοι με έπαρση το αντιπαρέρχονται, κωφεύουν. Περνάνε έξω απ’ τους κινηματογράφους και τους σνομπάρουν. Έξω απ’ τα μουσεία και δεν γνωρίζουν πως είναι χώροι έκθεσης αρχαιοτήτων ή και πιο καινούργιων και σύγχρονων καλλιτεχνημάτων. Γι’ αυτούς δεν έχω οίκτο, ούτε αναγνωρίζω το άλλοθι τους για μια παραλυτική επίδραση της επικαλούμενης αόριστης αμορφωσιάς τους. Κληθήκατε και αρνηθήκατε. Βαλτώσατε στην αδράνεια, αρρωστήσατε με αβελτηρία και η αγάπη σας είναι στενόχωρη. Αφήστε κατά μέρους τα μοιρολατρικά κλαψουρίσματα και κάντε πρόταγμα της ζωής σας, πανανθρώπινο κέλευσμα, τον φωτισμό του νου σας.

Είμαι ακόμη Αθήνα όταν γράφω αυτές τις γραμμές. Αύριο θα ξυπνήσω πιθανόν με το εξαγνιστικό χιόνι να πέφτει μέσα στα μάτια μου. Γιατί την εικόνα του χιονιού την θέλεις πάντα δική σου, την εγκιβωτίζεις εκεί που έχεις βάλει τους θησαυρούς σου απ’ τη ζωή… Χιονίζει παντού. Είχαν δίκιο οι μετεωρολόγοι. Παθαίνω αλλεπάλληλες κρίσεις πανικού καθώς απαρνιέμαι τον εαυτό μου. Είμαι μόνο ένας διανοούμενος αλήτης. Δεν υπήρξα ποτέ με τους χαρτογιακάδες. Γνώρισα τον κλαυθμηρισμό του απομονωμένου, τον επανέλαβαν τα μάτια μου και οι γόοι απ’ το στόμα μου. Όλα μου τα προβλήματα έμειναν ανυπεράσπιστα από κοντινά χάδια. Και που είναι αυτός ο θεός για τον οποίο κάποιοι λένε ότι υπάρχει; Λένε πως όταν είσαι πολύ λιπόσαρκος , σαν ερημίτης ασκητής, βλέπεις γλυκά οράματα. Άμποτε γίνει και αδυνατίσω θα έχω την παρέα τους παντού. Ανάερος για να σε διαπερνάν αέρηδες.

Για να καταλάβετε καλύτερα αυτό το παιχνίδι με το άλλοθι, κάθισα και έγραψα ένα φανταστικό σημείωμα αυτοκτονίας το οποίο σαν μυθοπλασία, εικονικά, απευθύνεται στην οικογένεια μου. Ξεκινάω… Δεν ξέρω αν θα ζω την ώρα που θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές. Για το τίποτα που κάνατε, θα μπορούσα να αραδιάσω ένα σωρό δίκαιες κατάρες, απολύτως συνυφασμένες με την θεία αρμονία, χαράξατε άλλωστε πάνω μου, με περισσή βλασφημία, τα σημάδια της εξουσίας σας στον ορισμό του σώματος μου. Δεν θα το κάνω. Έχετε τη θυσιαστική αγάπη μου που αναβλύζει μαζί με την οργή μου και την υπερκαλύπτει. Μόνο ο Ντίας (ο σκύλος μου) με κατάλαβε και με αγάπησε, γιατί τα ζώα καταλαβαίνουν πολύ περισσότερα απ’ τα κτήνη. Υπήρξατε δυο ασυμμάζευτα κτήνη. Και όλες οι πράξεις σας, δεν θα μπορούσαν να είναι κάτι άλλο από κτηνωδίες. Αφήνω τα δικαιώματα όλου μου του έργου στον Δήμο της Κω. Πολύ τ’ αγάπησα αυτό το νησί και τους κατοίκους του κι ας μην μου αντιγύρισε κανένας μια ανάλογη αγάπη.

Θ’ ακολουθήσω κι εγώ την παράδοση τόσων και τόσων γνωστών αυτοχείρων ποιητών. Καρυωτάκης, Λαπαθιώτης, Λάγιος, Πλαθ, Κατερίνα Γώγου, Αν Σέξτον. Μια γραμμή από αίμα που επιμηκύνεται συνεχώς. Εκείνος ο στρατιώτης που είχε βρεθεί νεκρός μέσα στ’ αμάξι του σ’ ένα γκρεμό, αυτοκτόνησε λόγω bullying απ’ τους ανωτέρους του και τους άλλους στρατιώτες. Τον βάζω κι αυτόν δίπλα στα γνωστά παραδείγματα και άλλους γνωστούς μου, απ’ την προσωπική ζωή μου, που αυτοχειριάστηκαν. Και μετά τι θα πείτε, φαινόμουν καλά και ότι ήλεγχα την αρρώστια και τα γνωστά φληναφήματα απόσεισης ευθυνών. Και ποιος είπε ότι κάποιοι άνθρωποι δεν θέλουμε βοήθεια και ότι οφείλουμε να σταθούμε στα πόδια μας, ποιος σας είπε ότι ένας άρρωστος έχει τη δύναμη από μόνος του να θεραπευτεί. Μιλάμε για χρόνια κατάθλιψη μείζονος βαθμού. Κοροϊδέψατε τους ψυχιάτρους μου, έκανα κι εγώ ένα λάθος. Υπήρξα κυνικός την ώρα που έπρεπε να είμαι σπαρακτικός. Τόσο λιγομίλητος, σαν σοφός, όμως δεν ήταν σοφία, ήταν αδυναμία ακόμη και να μιλήσω.

Θέλω να φύγω απ’ τη ζωή. Με περιμένει ένας παράδεισος κάπου, σε μια αδιανόητη κατάσταση ύπαρξης. Τί επιζεί απ’ τους ανθρώπους. Το φάντασμα τους, το πλασμένο από νετρίνα. Ποιητικά το λέω. Υπάρχει και αυτό που είναι φτιαγμένο από αόρατες ενέργειες και ύλες. Αν ο άνθρωπος βασίζεται στις αισθήσεις του και καθόλου στην διαίσθηση, την διόραση, την προσευχή, δεν είναι άνθρωπος. Είμαστε υπό εξαφάνιση οι λάτρεις των ενστίκτων. Εδώ τελειώνει το σημείωμα αυτοκτονίας και πάμε παρακάτω σ’ αυτούς τους συνειρμούς απ’ την ανάγνωση του βιβλίου μου.

Αυτό το βιβλίο δεν προήλθε απ’ την γνωστή ανάγκη του δημιουργού να φτιάξει μια μυθοπλαστική ιστορία. Προέκυψε ως υπαρξιακή ανάγκη να μιλήσω μετά από δεκατρείς μήνες συνεχόμενης παραμονής στην Κω. Που μεταφράζεται σε δεκατρείς μήνες αορατότητας ή ορατότητας που επισύρει τις ποινές των άλλων, αυτών των επηρμένων υποκειμένων της πατριαρχίας. Είναι μια αλητογραφία… με την έννοια ότι αφηγούμαι περιπλανήσεις μου στα εσώψυχα μου , σε τόπους και ανθρώπους, στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Η «ακαδημαϊκή» Ελλάδα έχει ακόμη άλυτα προβλήματα με την αυτοαναφορικότητα στα κείμενα , όπως π.χ. έχει θέματα με την κουήρ λογοτεχνία ή την λογοτεχνία του φανταστικού.

Η ανάγκη μιας κραυγής μέσα στη σιωπή που με είχαν καταδικάσει. Το ουρλιαχτό του Γκίνσμπεργκ μου έρχεται στο μυαλό και η δική του ανάγκη να μιλήσει για τους χαμένους και εξαφανισμένους ανθρώπους της εποχής του. «Ο Ginsberg ασπάζεται την αντίληψη πως οι προσωπικές εμπειρίες και οι σκέψεις ενός ανθρώπου μπορούν να έχουν απήχηση στο κόσμο. Αυτή η αντίληψη αποτέλεσε το θεμέλιο λίθο του έργου του Ginsberg, αλλά και γενικότερα της γενιάς των μπιτ (γράφει ο Παναγιώτης Κωνσταντίνου).» Πριν απ’ αυτόν την confessional poetry υπηρέτησε με μοναδικό τρόπο και ο Walt Whitman.

Κάθε πρωί στο γράψιμο. Δεν ξεκινάω αμέσως. Πρώτα λυγίζω, γνωρίζοντας για την αέναη πάλη με την έμπνευση. Καμμιά φορά κάθομαι μέχρι και μισή ώρα με το κεφάλι χωμένο μες στα χέρια, για να εκτινάξω μια πρόταση προς κάποια μοναδική μεταφορά ή παρομοίωση. Ο εμπνευσμένος λόγος, στις καθημερινές μου ασκήσεις γραφής, είναι ένα στοίχημα που κυρίως χάνω. Η αυτοσυγκέντρωση ξεκινά απ’ αυτή την στάση με το κεφάλι μου, σαν απελπισμένου, να κρύβεται στα χέρια μου. Οι παλάμες μου κρατάνε κλειστά τα μάτια, προσδοκώ τον αναπαλμό κάποιας εικόνας δυνατής προς το μαύρο που αντικρίζω. Το ορατό απ’ το συνονθύλευμα του συνειδητού και του υποσυνειδήτου είναι σαν γλύκισμα προωθητικό. Επιδαψιλεύει λέξεις και εικόνες να περιγράψω. Η κινηματογραφική γραφή μεταφράζει σε εικόνες ακόμη και τα πιο κοντινά στο άρρητο πράγματα. Τα μύχια, τα ιδανικά, τις ιδέες, τις αξίες. Όλα αυτά που δεν έχουν υλικό αντίκρισμα, αφήνουν όμως το αποτύπωμα τους παντού στον σκηνικό περίγυρο τους.

Στον Περιπλανώμενο γράφω για την περιπλάνηση μου σε στέκια της Κω, για την παθολογικοποίηση του ΛΟΑΤΚΙ σώματος. Περιγράφω την απονενοημένη μου περιπλάνηση από καφέ, στα οποία ο κυρίαρχος λόγος έδινε ορατότητα μόνο στα ετεροφυλόφιλα υποκείμενα, σε διαφορετικά αλλά και πάλι μ’ ένα τρόπο ολόιδια καφέ. Και ξεκινάω απ’ το πρώτο στέκι που είχα πριν αναγκαστώ να φύγω από κει μετά από μια συζήτηση που ανοίχτηκε μ’ ένα συνομήλικο μου δημοτικό σύμβουλο. Δεν ξέρω πως το ‘φερε η κουβέντα και είπα την λέξη «οροθετικός». Ο δημοτικός σύμβουλος δεν ήξερε τί θα πει, και άρχισα σαν ύπαρξη να νιώθω τα τραγικά ελλείμματα της φασιστικής κοινωνίας της κλειστής επαρχίας μου, η συζήτηση συνέχισε με την ερώτηση που έκανα στον δημοτικό σύμβουλο, αν θα έκανε παρέα με κάποιο φορέα του HIV, κι εκείνος ευθαρσώς, με όλη τη βεβαιότητα που θα μπορούσε να έχει ένας κλασικός τύπος ημιμαθή Έλληνα, μου απάντησε πως δεν θα έκανε παρέα μαζί του για να μην κολλήσει την ασθένεια απ’ το σάλιο του. Προγενέστερα είχαν ειπωθεί και κάτι λίγα με σαφείς υπαινιγμούς πως η συντριπτική πλειοψηφία των gay αντρών είναι οροθετικοί.

Μετά το πολύ πρόσφατο ταξίδι μου στην Αθήνα, στην επιστροφή και μοιραία κάποια στιγμή έφτασα στην Κω. Το νησί των μακάρων. Η μητέρα μου με υποδέχτηκε μασκοφόρος, το μίασμα για του ντόπιους έρχεται απ’ την Κάλυμνο και την Αθήνα λόγω αυξημένου αριθμού κρουσμάτων από Covid-19. Θα την προστάτευα έτσι κι αλλιώς από μόνος μου. Αυτό που σοβεί πίσω απ’ τις τακτικές της για αυτοπροστασία, για ‘μένα όμως είναι εκδηλωμένο ως ολοφάνερο, είναι ο υπερβολικός τρόμος του αδερφού μου, η παθολογικοποίηση του gay σώματος, ο άμεσος συσχετισμός της ομοφυλοφιλίας μου με την πανδημία. Άνθρωποι ανώμαλοι, πέρα για πέρα διεστραμμένοι. Αυτό ήταν το ομοφοβικό τους καλωσόρισμα.

Η Χάνα Άρεντ γράφει : «Υπό μία έννοια κάθε διεκδίκηση δικαιωμάτων είναι δύσκολη διότι, τα δικαιώματα συστήνονται σχεσιακά: για να μπορούν τα άτομα να έχουν έστω και ένα δικαίωμα, θα πρέπει κάποιοι άλλοι, οργανωμένοι σε μια πολιτική κοινότητα, να το αναγνωρίσουν, να το σεβαστούν και να το θέσουν σε ισχύ. Κάτι που σημαίνει ότι για να κερδίσει κανείς το δικαίωμα να είναι μέλος μιας κοινότητας , δεν αρκεί να πιστέψει ο ίδιος ότι έχει αυτό το δικαίωμα, πρέπει να το πιστέψει η κοινότητα στην οποία απευθύνει το αίτημα του να γίνει μέλος της.»

Η σκηνή με τον μπάτσο στο βιβλίο. Είναι η καταγραφή μιας φαντασίωσης, όχι μιας επιθυμητής πραγματικότητας. Ο συγγραφέας ανήκει ξεκάθαρα σ’ αυτούς που λατρεύουν τις καταγραφές του υποσυνειδήτου. Αναμοχλεύει προς το πληκτρολόγιο τις λογοκριμένες απ’ το υπερεγώ του ιδέες. Τις αφήνει έκθετες, καθώς αυτές καθορίζουν , έχουν ακόμη ενεργοποιημένη αυτή την ικανότητα επιρροής, πολλά απ’ τα αποδεκτά γνωρίσματα της προσωπικότητας του. Ο μπάτσος είναι σύμβολο του άγριου σεξ. Πολύ πιθανό το υποκείμενο που έχει απωθήσει μια θέληση του για συνεύρεση με ένα όργανο της τάξης να εμφανίζει στο κρεβάτι την τάση να παίζει ρόλους υποταγής, χαρακτήρα και σώματος, στις ορέξεις ενός κυριαρχικού επιβήτορα.

Χρονοκανονικότητα. Η σχέση της με τους Proud Seniors είναι κομβικής σημασίας. Η χρονοκανονικότητα στους ετεροφυλόφιλους έχει θετικές συνδηλώσεις. Οι γεροντότεροι απολαμβάνουν τον σεβασμό απ’ τους νεότερους. Έχουν δουλέψει μια ζωή και πλέον , έχοντας βγει σε σύνταξη, αποζημιώνονται για την πειθαρχημένη ζωή τους στις πιο παραγωγικές τους ηλικίες. Τα στερεότυπα της χρονοκανονικότητας δεν είναι γι’ αυτούς δεσμά. Πιο πολύ αγλάισμα. Ο απελευθερωμένος εκπρόσωπος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, διατηρεί την καύλα του μέχρι το τέλος της ζωής του. Η αξιοπρέπεια στους ΛΟΑΤΚΙ μετράει αλλιώς. Να είσαι καλός άνθρωπος, γι’ αυτούς δεν υπάρχουν απαγορευτικά πράγματα συνυφασμένα με ηλικιακές περιόδους και αυτό είναι κατάπτυστο για κάποιον γέροντα που κουνάει το δάχτυλο του αρνητικά για να κρίνει έναν ενεργά σεξουαλικό άνθρωπο ακόμη και προς το τέλος της ζωής του.

Ήθελα να γράψω πολλά. Τα λογοτεχνικά κείμενα δεν είναι απαραίτητο να είναι κείμενα προβληματισμού. Πιο πολύ εφαλτήρια για συναισθηματικές και συγκινησιακές αντιδράσεις. Δεν υπάρχει κάποιος σκοπός απαραίτητα στο λογοτεχνικό κείμενο. Οι κριτικοί λογοτεχνίας είναι αυτοί που εξορύσσουν τα βαθύτερα νοήματα ενός γραπτού έργου. Στις μέρες μας είναι οι ίδιοι που οδηγούν τους λογοτέχνες στην μαλθακότητα. Ο κριτικός λογοτεχνίας, δεσμώτης των διαφημιστών εκδοτών στο έντυπο που εργάζεται, δεν καταθέτει την αλήθεια του, πιο πολύ χαϊδεύει αυτιά και ο συγγραφέας τον πιστεύει. Επαναπαύεται λοιπόν (ο συγγραφέας ) στην μετριότητα του. Λογοτέχνης που δεν γνωρίζει πως η σύγχρονη κριτική, λόγω του καπιταλισμού, δεν μπορεί να είναι αυθεντική, πλανάται.

Ο πόνος, όσο πιο πολύ τον κοντράρεις, εκείνος θεριεύει. Το μυστικό είναι όσο μπορείς να το κάνεις φίλο σου. Να ξέρεις το βιολογικό του ρολόι. Πότε έρχεται και πότε φεύγει. Η καταγραφή του πόνου, ή μάλλον η μετουσίωση του σε σχήματα γραφής είναι ανακουφιστική. Βάζεις την οδύνη σου κάτω, την κομματιάζεις, αποστασιοποιείσαι απ’ αυτή, την βλέπεις νηφάλια και της επουλώνεις, λύνεις τα μυστήρια της, την γνωρίζεις, μπορεί να τη χειριστείς. Μέχρι το μυαλό σου να φτιάξει νέο τραύμα. Γιατί υπάρχουν τέτοιοι μηχανισμοί στην κατάθλιψη. Βέβαια πάντα είσαι με τη ζωή. Ο χαμός καμιά φορά νικιέται. Έστω και πρόσκαιρα. Μέσα απ’ τη γραφή ξέρεις τον πόνο, τον χρόνο που θα διαρκέσει, γι’ αυτό έγραφα, γράφω και θα γράφω. Για τους δαίμονες και τις ομορφιές μου. Για τη γοητεία του σκότους και την αλγεινότητα του ζόφου.

Το άρθρο στην Lifo για τους Proud Seniors με τις αναφορές στην ανειδίκευτη αντιμετώπιση των μεγαλύτερων ανθρώπων στα γηροκομεία. Μια συγκλονιστική άγνωρη αλήθεια για τα μάτια μου. Η νομοθετική ισότητα έναντι της κοινωνικής ανισότητας… όταν δεν υπάρχουν δομές για να απλώσουμε την υποτιθέμενη ισότητα. Γράφω στο βιβλίο μου, «δεν βλέπω να υπάρχουν εδώ νησίδες καθολικής αποδοχής όλων των μελών των μειονοτήτων». Φανταστείτε μια πόλη ανοργάνωτη από συλλογικότητες. Η ισότητα αναιρείται, είναι σαν να μην έχει καν νομοθετική ισχύ. Εδώ πέρα η μοναξιά είναι αδυσώπητη. Δεν έχω κανένα άνθρωπο να μιλήσω, μοιάζει με μια δια βίου κακοποίηση αυτό που περνάω. Να μην μ’ έχουν αποδεχτεί ούτε καν οι δυο τρεις παρουσίες που έχω μέσα στο σπίτι μου. Είναι ένα κολαστήριο. Είμαι μια γυμνή ζωή, όπως την εννοεί ο Αγκάμπεν, βρίσκομαι σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης χωρίς κανένα ανθρώπινο δικαίωμα. Εδώ πέρα οι φούρνοι είναι πάντα αναμμένοι.

Το βιβλίο είναι ένα βιβλίο για τους αποκλεισμένους ανθρώπους, κυρίως για τους ΛΟΑΤΚΙ, αλλά όχι μόνο. Συμπρωταγωνιστούν μια νέα γυναίκα τοξικομανής, ένας ράπερ, επίσης εθισμένος σε ουσίες, κάποιοι συνάνθρωποι μας με λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές διαταραχές προσωπικότητας, παρέες της επαρχίας που υπόρρητα, σαν κρυφά, αλλά εν τέλει φανερά πουλάνε νταηλίκι και bullying αποκλεισμού σ’ εμένα και σε άλλους. Ο Αρτέμης ένας που αποσκορακίστηκε σε κάποιο άσυλο, όχι γιατί ήταν τρελός , κυρίως για μια αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά που τρομάζει τον λογοκράτη. Ο λογοκράτης, ο κομφορμιστής πάντα αποκλείει… ακόμη και τον ακατανόητο σοφό. Οι ήρως μου μιλάνε κυρίως ποιητική γλώσσα, εκφράζονται σαν μ’ αυτοσχέδιους τους στίχους. Στην πραγματικότητα μάστορες του εγκάρδιου λόγου. Υπάρχει επίσης και μια φιλόζωη που αντί να παραδειγματίζει με το μέγεθος της αγάπης της για τους τετράποδους φίλους της έχει αποκλειστεί ως γραφική. Θα σας διαβάσω για την τοξικομανή γυναίκα…

Θέλησα να γράψω για την 8ετή διαμονή μου στην Αθήνα, αναπολώντας μια όμορφη ζωή που είχα κάποτε, απλώνοντας λεκτικές σανίδες σωτηρίας. Η αναπόληση και η νοσταλγία καταστάσεων είναι καλές στο μέτρο που μας επιτρέπουν να ζούμε το παρόν και να ονειρευόμαστε για το μέλλον. Αν υπάρχουν μόνο αυτές (η αναπόληση και η νοσταλγία) τότε γινόμαστε νεκρόφιλοι, αγαπάμε μόνο ό,τι έχει χαθεί, έχει πεθάνει και το νεκρανασταίνουμε μέσω της μνήμης μας.

Γράφω για το βιβλίο μου Περιπλανώμενος, Ο Μονόλογος Ενός Συγγραφέα, Εκδόσεις Οδός Πανός. Το κείμενο διάβασα στην παρουσίαση του απ’ την ομάδα Proud Seniors/Ομάδα υποστήριξης ΛΟΑΤΚΙ ατόμων Ηλικίας 50 & άνω στις 28 Φεβρουαρίου 2021 και ώρα 7 το απόγευμα.

Φώτης Θαλασσινός.